- τακτικοῦ
- τακτικόςfit for orderingmasc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αλμέιντα, Αντόνιο Φιγκέιρα — (Antonio Figueroa Almeida, 1784 – 1847). Πορτογάλος φιλέλληνας αξιωματικός. Υπηρέτησε στις τάξεις του ισπανικού στρατού και πήρε μέρος στις μάχες εναντίον του Ναπολέοντα. Το 1825 ήρθε στην επαναστατημένη Ελλάδα και κατατάχθηκε εθελοντής στο… … Dictionary of Greek
Βαλέστρας ή Βαλέστ — (Κορσική 1790; – Κρήτη 1822). Ιταλός φιλέλληνας αξιωματικός. Ο πατέρας του εμπορευόταν στην Κρήτη και το 1814 πήγε στο νησί να τον συναντήσει, όπου και έμαθε καλά την ελληνική γλώσσα. Όταν ο Δημήτριος Υψηλάντης τον συνάντησε στην Τεργέστη, του… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… … Dictionary of Greek
Ιγγλέσης — Επώνυμο οικογένειας αγωνιστών του 1821 και λογίων από την Κεφαλονιά. Κατά την παράδοση, γενάρχης της οικογένειας υπήρξε ο Άγγλος ευπατρίδης Γουλιέλμος ντε Μπράουν, που ναυάγησε το 1490 στην Παλική και από τότε εγκαταστάθηκε στο νησί. 1. Αντώνιος… … Dictionary of Greek
Καλογερόπουλος, Ιωάννης — Αγωνιστής του 1821 από τη Μικρομάνη. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση βρισκόταν στη Μολδαβία, όπου πήρε μέρος μαζί με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στο κίνημα στις ηγεμονίες και πολέμησε στο Σκουλένι. Μετά την αποτυχία του κινήματος μετέβη στην Πελοπόννησο. Με … Dictionary of Greek
Ρουμανία — Κράτος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Β με την Ουκρανία, στα Δ με την Ουγγαρία και τη Σερβία, στα Ν με τη Βουλγαρία, ενώ στα Α βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα.H Pουμανία ανήκει στην παραδουνάβια Eυρώπη κι εισχωρεί σαν σφήνα στο σλαβικό… … Dictionary of Greek
Φαβιέρος, Κάρολος — (Fabvier, Ποντ α Μουσόν 1783 – Μποσέν 1855). Γάλλος στρατιωτικός και φιλέλληνας. Σπούδασε στο Παρίσι και πήρε μέρος στους Nαπολεόντειους πολέμους (διακρίθηκε στη μάχη του Εϊλό το 1807). Το 1807 πηγαίνει στην Κωνσταντινούπολη, για να βοηθήσει τους … Dictionary of Greek
Neugriechische Sprache u. Literatur — Neugriechische Sprache u. Literatur. Die N. Sprache ist das Altgriechische, vermischt mit italienischen, slawischen u. türkischen Wörtern u. in den Formen ziemlich verderbt. Sie ist die Umgangssprache der jetzigen Griechen, während die… … Pierer's Universal-Lexikon
Тарелла, Пьетро — Пьетро Тарелла (ит. Pietro Tarella, Турин 1781 – Пета, Греция 4/18 июля 1822) итальянский военный и филэллин, герой Освободительной войны Греции 1821 1829 гг. [1]. Содержание 1 Биография 2 Первый регулярный батальон … Википедия
ένας — (I) ἔνας και δωρ. τ. ἔνος (Α) την τρίτη ημέρα, μεθαύριο. (II) μία και μια, ένα και εις, μία, εν (AM εἷς, μία, ἕν, Μ και ἕνας, μία, ἕνα) 1. αριθμητικό που εκφράζει την έννοια τής μονάδας («εἷς βασιλεύς», Ομ.) 2. συχνά με έμφαση («πιστεύω εἰς ἕνα… … Dictionary of Greek